Schule tou Shu
Home
All Words
All Categories
Login
Sign-up
Words in Category Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
τσουκνιδόσουπα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πέστροφα' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ό- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -σουπα (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
τσουρέκι
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Δάνεια από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα οθωμανικά τουρκικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
τυροβόλι
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Κληρονομημένες λέξεις από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα τυρο- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
Τυριά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
τυρόγαλο
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σίδερο' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα τυρό- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
Σπάνιοι όροι (νέα ελληνικά)
Μεταφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
Μειωτικοί όροι (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
τυροκαυτερή
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
τυροκροκέτα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
τυρόπηγμα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'όνομα' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
τυρόπιτα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θάλασσα' με δύσχρηστη γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά με δύσχρηστη γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα τυρό- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
Στρατιωτική αργκό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
τυροσαλάτα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα τυρο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -σαλάτα (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
τυρόσουπα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πέστροφα' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα τυρό- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -σουπα (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
τυρόψωμο
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπο' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα τυρό- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ψωμο (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
υγράλατος
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φακή
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Φυτά (νέα ελληνικά)
Όσπρια (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φακοσαλάτα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
Νεολογισμοί (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φακόσουπα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πέστροφα' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ό- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -σουπα (νέα ελληνικά)
Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Σπάνιοι όροι (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φαλάφελ
Δάνεια από τα αραβικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αραβικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα περσικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα σανσκριτικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φανουρόπιτα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θάλασσα' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ό- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με συνθετικό 'πίτα' (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
Λαογραφία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φαρφάλες
Δάνεια από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φασολάδα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ελπίδα' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -άδα (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φασολάκια
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γαστρονομία (νέα ελληνικά)
Κλιτικοί τύποι ουσιαστικών (νέα ελληνικά)
View Wiktionary