Schule tou Shu
Home
All Words
All Categories
Login
Sign-up
Words in Category Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
αμπελοφιλόσοφος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μειωτικοί όροι (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
αντιδήμαρχος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα αντι- (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
αντίζηλος
Ελλείπουσες κλίσεις (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
αντιπρόεδρος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα αντι- (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
αντιπρόσωπος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Σημασιολογικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα αντι- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -πρόσωπος (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Οικονομία (νέα ελληνικά)
Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
άποικος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα άπ- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
αρχαιόσυλος
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα αρχαιό- (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ος (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
διάδικος
Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα διά- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Παρώνυμα (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'διάδικος' (νέα ελληνικά)
Νομικοί όροι (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
δίολκος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Ιστορία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
εμποροπλοίαρχος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα εμπορο- (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Ναυτικοί όροι (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
εμποροϋπάλληλος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα εμπορο- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ένοικος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα έν- (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
επίκουρος
Λέξεις με πρόθημα επί- (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
έποικος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα έπ- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -οικος (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
κατάσκοπος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
κάτοικος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα κατ- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
κορίανδρος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Φυτά (νέα ελληνικά)
Βότανα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
μεγαλοβιομήχανος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα μεγαλο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με συνθετικό 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
νομοδιδάσκαλος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ξενοδοχοϋπάλληλος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary