Schule tou Shu
Home
All Words
All Categories
Login
Sign-up
Words in Category Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
ακόλουθος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
αντίπαλος
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα αντί- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
απόφοιτος
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα από- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
βαμβακέμπορος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα βαμβακ- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -έμπορος (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
βιβλιοκάπηλος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα βιβλιο- (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
βιομήχανος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
γηρίατρος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ίατρος (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
Ιατρική (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
δήμαρχος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
δικαιοπάροχος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Νομικοί όροι (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
εκπρόσωπος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα από σχολικά βιβλία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
έμπορος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα έμ- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
Μεταφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
Μειωτικοί όροι (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
έφηβος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ιχθυέμπορος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα ιχθυ- (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επίσημοι όροι (νέα ελληνικά)
Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
καγκελάριος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα υστερολατινικά (νέα ελληνικά)
Σημασιολογικά δάνεια από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
κάπηλος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
κρύσταλλος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λόγια ενδογενή δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Φυσική (νέα ελληνικά)
Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
μελλόνυμφος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
μέτοικος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Ιστορία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
μικροβιομήχανος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα μικρο- (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
μολυβδύαλος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βιομήχανος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary