Schule tou Shu
Home
All Words
All Categories
Login
Sign-up
Words in Category Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
κλιμακώνω
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ρήματα (νέα ελληνικά)
Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Στρατιωτικοί όροι (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
κλιμακωτό παραμύθι
Κλίση ουδέτερων πολυλεκτικών όρων (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
Όροι με πατρότητα (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Φιλολογία (νέα ελληνικά)
Λαογραφία (νέα ελληνικά)
Παραμύθια (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
κρητιδογραφία
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -γραφία (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Ζωγραφική (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
κρυοπηξία
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα κρυο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ία (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λόγια ενδογενή δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Ιατρική (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
λευκοσιδηρουργός
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ουργός (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
λιθανθρακοφόρος
Επίθετα που κλίνονται όπως η ομάδα '-ος -ος -ο & -α' (νέα ελληνικά)
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'ζημιογόνος' (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -φόρος (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
λογοτεχνία
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα λογο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -τεχνία (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
μεγιστοποιώ
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ποιώ (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ρήματα (νέα ελληνικά)
Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
Ελλείπουσες κλίσεις (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
νοησιοκρατία
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -κρατία (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Φιλοσοφία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
οικονομολόγος
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ζωγράφος' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα οικο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -νομία (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -λόγος (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Οικονομία (νέα ελληνικά)
Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
οικοστολή
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα οικο- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Σπάνιοι όροι (νέα ελληνικά)
Παρωχημένοι όροι (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ομαδοποίηση
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ποίηση (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ονοματοκρατία
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα ονοματο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -κρατία (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Φιλοσοφία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ονυχοκομία
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα ονυχο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -κομία (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ουσιαστικοποίηση
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ποίηση (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γραμματική (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
παρέλαση
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ση (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα παρ- (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Στρατιωτικοί όροι (νέα ελληνικά)
Μεταφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
παρνασσισμός
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' στον ενικό (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά στον ενικό (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ισμός (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
πεζότητα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σάλπιγγα' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ότητα (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
πολιτικολογία
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -λογία (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
πολιτικολογώ
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -λογώ (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Ρήματα (νέα ελληνικά)
Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary