Schule tou Shu
Home
All Words
All Categories
Login
Sign-up
Words in Category Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
ρ
Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα φοινικικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Σύμβολα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γράμματα (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ρητός
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ρητός αριθμός
Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ρίζα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γλωσσολογία (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
Χημεία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ριζικό
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βουνό' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
Κλιτικοί τύποι επιθέτων (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
σημασιολογία
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λόγια ενδογενή δάνεια (νέα ελληνικά)
Λόγια δάνεια από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -λογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Γλωσσολογία (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
Λογική (νέα ελληνικά)
Επιστήμη υπολογιστών (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
σημειοσύνολο
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπο' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα σημειο- (νέα ελληνικά)
Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
σκάρωση
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
στάθμη κβαντισμού
Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
στατιστικοποιώ
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ποιώ (νέα ελληνικά)
Ρήματα (νέα ελληνικά)
Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
στοχαστικός
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
συγκυμαινόμενος
Μετοχές που κλίνονται όπως η ομάδα 'εισαγόμενος' (νέα ελληνικά)
Μετοχές που κλίνονται όπως το 'εισαγόμενος' (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα συγ- (νέα ελληνικά)
Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Μετοχές (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μετοχές παθητικού ενεστώτα (νέα ελληνικά)
Μετοχές σύνθετες χωρίς ρήμα (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
Χρειάζονται παραθέματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
συζευγμένος
Μετοχές που κλίνονται όπως το 'αγαπημένος' (νέα ελληνικά)
Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
Μετοχές (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
συζυγής
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'συνεχής' (νέα ελληνικά)
Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
συμβασιοκρατία
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -κρατία (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Φιλοσοφία (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
συμβασιοκρατικός
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ικός (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Φιλοσοφία (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
σύμμορφος
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'φυγόκεντρος' (νέα ελληνικά)
Νεολογισμοί (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα σύμ- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -μορφος (νέα ελληνικά)
Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
Δισυπόστατοι δανεισμοί (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
συνάρτηση
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα συν- (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -ση (νέα ελληνικά)
Σημασιολογικά δάνεια από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Πληροφορική (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
συνδυαστική
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
Κλιτικοί τύποι επιθέτων (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
συνέλιξη
Επέκταση (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
View Wiktionary