Schule tou Shu
Home
All Words
All Categories
Login
Sign-up
Words in Category Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Μάνη
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'νίκη' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Χερσόνησοι της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
Χερσόνησοι (νέα ελληνικά)
Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
ματσακόνι
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Ναυτικοί όροι (νέα ελληνικά)
Εργαλεία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
μινυρίζω
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ρήματα (νέα ελληνικά)
Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Ρήματα χωρίς παθητική φωνή (νέα ελληνικά)
Αρχαιοπρεπείς όροι (νέα ελληνικά)
Ρήματα χωρίς μετοχή παθητικού παρακειμένου (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
μόριο
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπο' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Φυσική (νέα ελληνικά)
Γραμματική (νέα ελληνικά)
Ανατομία (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
μπάστακας
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βαρύμαγκας' χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Παρωχημένοι όροι (νέα ελληνικά)
Μεταφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
μπετούγια
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Λαϊκότροποι όροι (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
πασπατεύω
Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ρήματα (νέα ελληνικά)
Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Λαϊκότροποι όροι (νέα ελληνικά)
Οικείοι όροι (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
πρέκι
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
σκεβρός
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
τσαπερδόνα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Ιδιωματικοί όροι (νέα ελληνικά)
Παρωχημένοι όροι (νέα ελληνικά)
Ερπετά (νέα ελληνικά)
Ζώα (νέα ελληνικά)
Λαϊκοί όροι (νέα ελληνικά)
Οικείοι όροι (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φακλάνα
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Παρωχημένοι όροι (νέα ελληνικά)
Μειωτικοί όροι (νέα ελληνικά)
Υβριστικοί όροι (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φορούσι
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Αρχιτεκτονική (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φουρούσι
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Αρχιτεκτονική (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
φρούσι
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Αρχιτεκτονική (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
χάλαρο
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σίδερο' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Τονικά παρώνυμα (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Δημοτική (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα ποίησης (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
View Wiktionary
χαστούκι
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
Μεταφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
View Wiktionary